Τετάρτη, Οκτωβρίου 25

ΔΥΟ ΖΩΕΣ

Δυο ζωες εχθες χορεψανε μπροστα μου
Δυο ψυχες αναλαφρες σαν αερικα
Ειχαν τον ανεμο και οι δυο για καβαλιερο
που τις παρεσυρε σε βηματα τρελα

Και οι δυο ζωες ειχαν μια ιστορια
που την κουβαλαγαν για να την διηγηθουν
Δεν ξερω πια απ΄τις δυο ειχε μεγαλη αξια
δεν προλαβαν τιποτα να μου πουν

Την μια ο ανεμος, την εριξε κατω με βια
και την παρεσυρε σαν να ηταν φτερο
ετρεξα και την σηκωσα , και ειχα αγωνια
μηπως και δεν προφτασω και γινει το κακο

Γυρισε και με κοιταξε και μου χαμογελουσε
ηξερε οτι προλαβε και θα 'μενε εδω
ενιωσα πισω τον ανεμο που ηταν θυμωμενος
του χαλασα τα σχεδια και ηταν βλοσυρος

Κινησε παλι ο ανεμος και με ορμη μεγαλη
την δευτερη την νταμα του τραβαει για χορο
την στροβιλιζει δυνατα, ψηλα την ανεβαζει
και 'κεινη ειν' αμεριμνη και 'γω χαμογελω

Μα ξαφνου ολα σκοτεινιασαν κι ο ανεμος εχαθη
και ηρθε μια θυελλα που σηκωσε χωμα πολυ
τα ματια μου δακρυσανε και χαθηκε το φως μου
μαζι μ'αυτο εχαθηκε κι η δευτερη ζωη

Κανεις γι'αυτη δεν νοιαστηκε, δεν ητανε σπουδαια
κανεις δεν την εσηκωσε, την αφησαν εκει
και 'γω την επροσπερασα χωρις να σταματησω
και ΄γω την επαρατησα να κοιτεται εκει

Θεε μου ποσο ντρεπομαι που ετσι λογαριαζω
που ετσι την παρατησα χωρις εναν λυγμο
αραγε θα με σκεφτεται, αραγε θα γνωριζει
ποσο πολυ επονεσα, ποσο πολυ πονω